πανευτυχής

πανευτυχής
ης, ες совершенно счастливый

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "πανευτυχής" в других словарях:

  • πανευτυχής — ές, ΝΜ πολύ ευτυχισμένος, ευτυχέστατος, πανευδαίμων …   Dictionary of Greek

  • πανευτυχής — ής, ές γεν. ούς, αιτ. ή, πληθ. ουδ. ή, ο ευτυχισμένος σε ανώτατο βαθμό …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μυριομακάριστος — μυριομακάριστος, ον (Α) αυτός που είναι πολύ μακαριστός, μακάριος, πανευτυχής. [ΕΤΥΜΟΛ. < μυρι(ο) * + μακαριστός (< μακαρίζω)] …   Dictionary of Greek

  • ουρανός — Για τον γήινο παρατηρητή, είναι ο ημισφαιρικός θόλος που φαινομενικά ορίζει το διάστημα και στον οποίο προβάλλονται κατά τη νύχτα οι ορατοί αστέρες. Ο. αποκαλείται και ό,τιδήποτε έχει το σχήμα του ουράνιου θόλου, όπως οροφή ή στέγη σε σχήμα θόλου …   Dictionary of Greek

  • πάνολβος — ον, Α πανόλβιος*, πανευτυχής. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + ὄλβος «ευμάρεια, ευδαιμονία» (πρβλ. πολύ ολβος)] …   Dictionary of Greek

  • παμμάκαρ — παμμάκαρ, αρος, ὁ, ἡ (ΑΜ) ο εξ ολοκλήρου μακάριος, πανευτυχής μσν. ο πάρα πολύ ευλογημένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + μάκαρ] …   Dictionary of Greek

  • παμμάκαρος — παμμάκαρος, ον (Μ) πανευτυχής. [ΕΤΥΜΟΛ. Θεματικός τ. τού παμμάκαρ] …   Dictionary of Greek

  • παμμακάριος — παμμακάριος, ία, ον (ΑΜ) [παμμάκαρ] πανευτυχής …   Dictionary of Greek

  • παμμακάριστος — η, ο (ΑΜ παμμακάριστος, ον) [παμμάκαρ] 1. ο εντελώς μακάριος, πανευτυχής 2. (το θηλ. ως κύριο όν.) η Παμμακάριστος προσωνυμία τής Θεοτόκου …   Dictionary of Greek

  • παν- — και παμ και παγ (ΑΜ παν και παμ και παγ ) α συνθετικό ονομάτων και ρημάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο ουδέτερο παν (με ᾰ βραχύ) τού επιθ. πᾱς*. Το ν του α συνθετικού διατηρείται όταν το β συνθετικό αρχίζει από φωνήεν ή… …   Dictionary of Greek

  • πανευδαίμων — ον, ΝΑ ευδαιμονέστατος, πολύ ευτυχισμένος, πανευτυχής αρχ. τιμητικός τίτλος άρχοντα, βασιλιά («πανευδαίμων βασιλεία», επιγρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + εὐδαίμων] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»